1.1. ΤΣΙΜΕΝΤΑ ΤΥΠΟΥ ΠΟΡΤΛΑΝΤ ΚΟΙΝΑ

 

 

Το τσιμέντο είναι μία υδραυλική συνδετική ύλη, δηλαδή ένα λεπτότατα αλεσμένο ανόργανο υλικό το οποίο, όταν αναμειχθεί με νερό, σχηματίζει ένα πολτό που πήζει και σκληραίνει δια μέσου αντιδράσεων και μηχανισμών ενυδάτωσης και το οποίο, μετά τη σκλήρυνση, διατηρεί την αντοχή και τη σταθερότητά του ακόμη και μέσα στο νερό.

 

Ένα τσιμέντο συμμορφούμενο με το ΕΛΟΤ ΕΝ 197-1, ονομαζόμενο CEM τσιμέντο, πρέπει, όταν αναμειχθεί στις κατάλληλες αναλογίες με αδρανή υλικά και νερό, να είναι ικανό να παράγει σκυρόδεμα ή κονίαμα το οποίο να διατηρεί το εργάσιμο του για ένα επαρκές χρονικό διάστημα και μετά από ορισμένες περιόδους να επιτυγχάνει καθορισμένα επίπεδα αντοχής και να έχει επίσης μακρόχρονη σταθερότητα όγκου.

 

Η υδραυλική σκλήρυνση του τσιμέντου CEM οφείλεται βασικά στην ενυδάτωση των ασβεστοπυριτικών, μπορούν όμως και άλλες χημικές ενώσεις να συμμετέχουν  στον μηχανισμό σκλήρυνσης, όπως π.χ. αργιλικές ενώσεις.  Το άθροισμα των περιεκτικοτήτων του δραστικού οξειδίου του ασβεστίου (CaO)  και του δραστικού διοξειδίου του πυριτίου (SiO2 ) στο CEM τσιμέντο πρέπει να είναι τουλάχιστον 50% κατά μάζα  όταν οι περιεκτικότητες προσδιορίζονται  σύμφωνα με το ΕΛΟΤ ΕΝ 196-2.

 

Τα τσιμέντα CEM αποτελούντα από διαφορετικά υλικά και είναι στατιστικά ομοιογενή στη σύνθεση ως επακόλουθο ποιοτικά διασφαλισμένης παραγωγής και διεργασιών χειρισμού του υλικού. Η σύνδεση μεταξύ αυτών των διεργασιών παραγωγής και  χειρισμού   των υλικών και   η  συμμόρφωση του τσιμέντου με  το ΕΛΟΤ ΕΝ 197-1 καθορίζεται στο ΕΛΟΤ ΕΝ 197-2 .

 

Το τσιμέντο αποτελείται  από  4  κύριες  ορυκτολογικές  ενώσεις :

α) το πυριτικό  τριασβέστιο (3CaO.SiO2)          συμβολιζόμενο       ως              C3S

β) το  πυριτικό διασβέστιο    (2CaO.SiO2)                       »»             »»              C2S

γ) το  αργιλικό  τριασβέστιο  (3CaO.Al 2O3)                   »»              »»              C3A   

δ) το  αργιλοσιδηρικό  τετρασβέστιο  (4CaO. Al 2O3)     »»             »»             C4AF

 

Επίσης  υπάρχει παρουσία  μικρών  ποσοστών CαΟ, ΜgO  και  αλκαλίων  (Na2O,K2O)  μη  συνδεδεμένων ορυκτολογικά  καθώς επίσης και παρουσία  άλλων στοιχείων  σε πάρα  πολύ  μικρά  ποσοστά  ή  ίχνη.

Τα πλέον  βασικά ορυκτολογικά συστατικά C3S και C2S  αντιδρούν  με  το  νερό και  σχηματίζουν  ένυδρες  ασβεστοπυριτικές  ενώσεις και υδροξείδιο του  ασβεστίου .

Οι αντιδράσεις αυτές είναι εξώθερμες  και ταχύτατες .Προκειμένου να ελέγχεται ο χρόνος  των αντιδράσεων προστίθεται στην άλεση του τσιμέντου  γύψος  που δρα ως ρυθμιστής  .

 

Α΄ ΥΛΕΣ -ΠΑΡΑΓΩΓΗ: Τα βασικά συστατικά του τσιμέντου  από  στοιχειακή άποψη είναι το ασβέστιο ,το πυρίτιο, το αργίλιο και  ο  σίδηρος .Τα στοιχεία αυτά  λαμβάνονται από μη  μεταλλικές  ορυκτές  ύλες , όπως  ο ασβεστόλιθος ,οι ασβεστολιθικές  μάργες , οι σχίστες  ,οι άργιλοι  κ.ά .

Για  λόγους αριστοποίησης της ποιότητος  ή  οικονομικότητας   της παραγωγικής διαδικασίας  χρησιμοποιούνται  και άλλες  ύλες  όπως  βωξίτης, πυριτική  άμμος καολίνης,  αποφρύγματα  σιδηροπυρίτη . 

 

Τα μίγματα ασβεστούχων και αργιλοπυριτικών  πετρωμάτων ψήνονται σε υψηλές θερμοκρασίες (1450°C) και σχηματίζουν το ενδιάμεσο προϊόν κλίνκερ.

Το κλίνκερ συναλέθεται με γύψο και άλλα συνείσακτα σε καθορισμένες αναλογίες

και λεπτότητες για την παραγωγή διαφόρων τύπων και κατηγοριών τσιμέντου τύπου πόρτλαντ.