1.6. ΧΡΩΜΑΤΑ ΚΑΙ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝ

 

Η τάση της επιστήμης των χρωμάτων και ρητινών και μεγάλο μέρος των ερευνών σήμερα είναι προς την κατεύθυνση της χρησιμοποίησης όσο το δυνατόν χαμηλότερου ποσοστού οργανικών πτητικών συστατικών (διαλυτών κλπ) (αγγλικά V.O.C.= volatile organic content) για να μην επιβαρύνεται το περιβάλλον άσκοπα μ’ αυτές τις οργανικές ενώσεις. Η προσπάθεια αυτή γίνεται με πολλούς τρόπους.

Ένας τρόπος είναι η χρήση ρητινών που διαλύονται ή διασπείρονται σε νερό. Αυτό δεν σημαίνει βέβαια οπωσδήποτε ότι τα χρώματα αυτά δεν βλάπτουν καθόλου το περιβάλλον, διότι και οργανικά πτητικά (VOC) περιέχουν τις περισσότερες φορές, όπως αμίνες και άλλα βοηθητικά πρόσθετα, και οι επιπτώσεις στο περιβάλλον πρέπει να εξετάζονται συνολικά από την παραγωγή των πρώτων υλών μέχρι την τελική διάθεση των αποβλήτων εφαρμογής αλλά και των ιδίων των χρωμάτων μετά το πέρας της ζωής τους ή της ζωής των βαμμένων αντικειμένων. Τα χρώματα αυτής της κατηγορίας (ή αυτών των κατηγοριών) δεν έχουν ακόμη κατορθώσει να αποκτήσουν τελείως τις απαιτούμενες ιδιότητες, εκτός από τα “πλαστικά” χρώματα τοίχου καθώς και μερικά χρώματα ηλεκτροφόρησης που χρησιμοποιούνται με επιτυχία, κυρίως στην αυτοκινητο­βιομηχανία.

Πάλι με στόχο την μείωση της περιεκτικότητας οργανικών διαλυτών έχουν αναπτυχθεί τα λεγόμενα χρώματα υψηλής περιεκτικότητας στερεών (high solids). Οι ρητίνες με τις οποίες παράγονται είναι ειδικής κατασκευής και χαμηλότερου ιξώδους και επομένως χρειάζεται λιγότερος διαλύτης, τόσο κατά την παραγωγή όσο και κατά την εφαρμογή του χρώματος.

Τέλος υπάρχουν και τα χρώματα πούδρας (powder coatings), τα οποία δεν έχουν καθόλου διαλύτη. Αυτά έχουν τον σημαντικό περιορισμό στη χρήση τους, ότι χρειάζεται ειδική εγκατάσταση για την εφαρμογή και επομένως δεν είναι δυνατόν να εφαρμοσθούν σε όλες τις περιπτώσεις. Έχουν μεγάλη εφαρμογή στην παραγωγή βιομηχανικών προϊόντων, όπως λευκές ηλεκτρικές συσκευές, αλουμινένια στοιχεία πορτοπαράθυρων κ.ά.