ΑΡΘΡΟΝ-37
Η ΔΟΜΗΣΙΣ ΚΑΤΑ ΤΟ ΠΑΝΤΑΧΟΘΕΝ ΕΛΕΥΘΕΡΟΝ ΣΥΣΤΗΜΑ
Αφετηρία μετρήσεως του ύψους κτιρίου

1. 'Οταν η κυρία όψις του κτιρίου τοποθετήται:
Εν όλω ή εν μέρει επί της γραμμής δομήσεως, εσώτερον της γραμμής δομήσεως και εις απόστασιν μικροτέραν του διπλασίου του πλάτους του προκηπίου ή εν πάση περιπτώσει μικροτέραν των 12 μέτρων, ως αφετηρία μετρήσεως των υψών λαμβάνεται η στάθμη του πεζοδρομίου κατά τα κατωτέρω οριζόμενα.
α) Εις οικόπεδον μεσαίον ως αφετηρία λαμβάνεται η στάθμη του πεζοδρομίου εις το μέσον της όλης όψεως του κτιρίου.
β) Εις περίπτωσιν μεγάλου μήκους όψεως επί κεκλιμένης οδού, αύτη κλιμακούται εις τμήματα εις τρόπον ώστε το ύψος εκάστου τμήματος κατά μεν το μέσον αυτού μη υπερβαίνη το επιτρεπόμενον, κατά δε το υψηλότερον σημείον αυτού το επιτρεπόμενον προσηυξημένον κατά 3,50 μέτρα δια κλίσιν της οδού εις την θέσιν του κτιρίου μέχρι 35% κατά το δεκαπλάσιον δε της κλίσεως εκπεφρασμένης εις εκατοστά δια μεγαλυτέραν κλίσιν, χωρίς η προσαύξησις αύτη να δύναται να υπερβή τα 5,50 μέτρα.
γ) Εις οικόπεδον γωνιαίον ως αφετηρία λαμβάνεται η στάθμη του πεζοδρομίου κατά την συνάντησιν των ρυμοτομικών γραμμών.
δ. Εις οικόπεδον γωνιαίον με αποτετμημένην την γωνίαν αυτού δια γραμμής ευθείας ή καμπύλης ή δια εισεχούσης γωνίας, ως αφετηρία λαμβάνεται η στάθμη του πεζοδρομίου εις το μέσον της γραμμής ή εις την κορυφήν της εισεχούσης γωνίας".
(Σ.Σ. Το εδάφ. δ' τίθεται ως αντικατεστάθη δια της παρ. 35 του άρθ. 1 του ΝΔ-205/74 (ΦΕΚ-363/Α/7-12-74).
ε) Εις περίπτωσιν κτιρίου επί γωνιαίου οικοπέδου μεγάλου μήκους όψεων επί κεκλιμένης οδού έχουν ανάλογον εφαρμογήν αι διατάξεις του εδάφιου β, του ύψους κατά την γωνίαν μη υπερβαίνοντος το επιτρεπόμενον.
στ) Εις οικόπεδον δις γωνιαίον, τρις γωνιαίον κλπ. Ή καταλαμβάνον ολόκληρον το οικοδομικόν τετράγωνον, το κτίριον κλιμακούται εις τμήματα προσαρμοζόμενον επί του εδάφους, κατά τας διατάξεις των εδαφίων β' και ε' της παρούσης παραγράφου άνευ υπερβάσεως του συντελεστού δομήσεως και του κατά τας γωνίας των γραμμών δομήσεως επιτρεπομένου ύψους. Εν πάση περιπτώσει δύναται η Αρχή να επιτρέψη ενιαίον ύψος κτιρίου, κατά μίαν ή περισσοτέρας πλευράς του οικοδομικού τετραγώνου οσάκις πρόκειται περί ειδικών κτιρίων ή ακόμη δια λόγους αισθητικής, άνευ υπερβάσεως του συντελεστού δομήσεως.
ζ) Εις διαμπερές οικόπεδον εις έκαστον πρόσωπον ή εκάστην γωνίαν αυτού αντιστοιχεί η κατά τας προηγουμένας διατάξεις οριζομένη αφετηρία μετρήσεως του ύψους, του κτιρίου κλιμακουμένου μεταξύ των όψεων κατά τας διατάξεις της παραγράφου 4 άνευ υπερβάσεως του συντελεστού δομήσεως.
2. 'Οταν η κυρία όψις του κτιρίου τοποθετήται εν όλω εσώτερον της γραμμής δομήσεως και εις απόστασιν ίσην ή μεγαλυτέραν του διπλασίου του πλάτους του προκηπίου και πάντως ουχί μικροτέραν των 12 μέτρων ως αφετηρία μετρήσεως του ύψους του κτιρίου λαμβάνεται η στάθμη του φυσικού εδάφους.
3. Εν τη περιπτώσει της παραγράφου 2 το σημείον του εδάφους, η στάθμη του οποίου λαμβάνεται ως αφετηρία μετρήσεως του ύψους, είναι το αντίστοιχον σημείον προς το υπό των διατάξεων της παραγράφου 1 οριζόμενον, ως στάθμης πεζοδρομίου, θεωρουμένης της, παρά την κυρίαν ή τας κυρίας όψεις του κτιρίου, στάθμης του εδάφους.
4. Εις περίπτωσιν οικοπέδου κεκλιμένου κατά την έννοιαν του βάθους αυτού το κτίριον κλιμακούται κατά τμήματα προσαρμοζόμενον επί του εδάφους, άνευ υπερβάσεως του συντελεστού δομήσεως, εις τρόπον ώστε εις ουδέν σημείον του κτιρίου να προκύπτη λόγω της κλίσεως του εδάφους υπέρβασις του επιτρεπομένου ύψους μεγαλυτέρα των 3,50 μέτρων δια κλίσιν εδάφους μέχρι 35%. Δια μεγαλυτέραν κλίσιν η ως άνω υπέρβασις ισούται προς το δεκαπλάσιον της κλίσεως εκπεφρασμένης εις εκατοστά. Η υπέρβασις αύτη δεν δύναται να είναι μεγαλυτέρα των 5.50 μέτρων. Το ύψος των ως άνω τμημάτων μετρείται από της στάθμης του παρ' αυτά φυσικού εδάφους πλην του ύψους της επί της γραμμής δομήσεως ή εσώτερον ταύτης όψεως του κτιρίου της οποίας το ύψος μετρείται κατά τας διατάξεις των προηγουμένων παραγράφων.
5. Εις περίπτωσιν τοποθετήσεως της κυρίας όψεως του κτιρίου εις απόστασιν από της γραμμής δομήσεως μικροτέραν του διπλασίου του πλάτους του προκηπίου ή των 12 μέτρων ή και επί της γραμμής δομήσεως, εις την θέσιν δε ταύτην, λόγω ανωφερούς ή κατωφερούς κλίσεως του εδάφους, η υψομετρική διαφορά τούτου από του πεζοδρομίου είναι ίση ή μεγαλυτέρα των 3,50 μέτρων ως αφετηρία μετρήσεως του ύψους του κτιρίου δύναται να λαμβάνεται το φυσικόν έδαφος, εφαρμοζομένων των διατάξεων των παρ.2 και 3.
Εν τη περιπτώσει ταύτη η επιφάνεια του προκηπίου (πρασιάς) διαμορφούται δια βαθμίδων ή κλίσεως. Κατά την ρυμοτομικήν γραμμήν η στάθμη του εδάφους του προκηπίου δέον όπως μη υπερβαίνη την στάθμην του πεζοδρομίου περισσότερον του 1 μέτρου.
6. Οιαδήποτε κλιμάκωσις του κτιρίου είτε κατά μήκος της οδού είτε καθέτως προς αυτήν δεν δύναται να δημιουργήση τμήματα κτιρίου διαστάσεων μικροτέρων των 2,50 μέτρων κατά την οριζοντίαν έννοιαν.