ΤΕΧΝΙΚΟ ΕΠΙΜΕΛΗΤΗΡΙΟ ΕΛΛΑΔΟΣ

ΤΜΗΜΑ ΚΕΝΤΡΙΚΗΣ ΜΑΚΕΔΟΝΙΑΣ

Αρ. Πρωτ. 5796/14.4.2008

 

ΔΕΛΤΙΟ ΤΥΠΟΥ

 

Σοβαρές αδυναμίες στο έργο του Νέου Δικαστικού Μεγάρου Θεσσαλονίκης διαπιστώνει το ΤΕΕ/ΤΚΜ

 

Σοβαρές αδυναμίες σε επίπεδο χωροθέτησης, πολεοδομικών ρυθμίσεων,  τεχνικής επίβλεψης, αλλά και εξυπηρέτησης των δικαστικών λειτουργών, παρουσιάζει η σχεδιαζόμενη κατασκευή του νέου δικαστικού μεγάρου Θεσσαλονίκης ακριβώς απέναντι από το σημερινό (στον χώρο του λιμανιού. Το συγκεκριμένο έργο, για το οποίο υφίσταται από πέρυσι προγραμματική συμφωνία μεταξύ Υπουργείου Δικαιοσύνης και Οργανισμού Λιμένος (ΟΛΘ), αναδεικνύει και τις γενικότερες αδυναμίες ως προς τη χωροθέτηση των βασικών λειτουργιών της Θεσσαλονίκης και τον σχεδιασμό των κτιρίων δημοσίου συμφέροντος στην Ελλάδα.

            Ειδικότερα, προβλέπεται η ανέγερση κτιρίου 7.500τ.μ και 3.000τμ υπογείων χώρων για την στέγαση του Ειρηνοδικείου και Πταισματοδικείου. Η μελέτη θα εκπονηθεί από την ‘’ΘΕΜΙΣ ΚΑΤΑΣΚΕΥΑΣΤΙΚΗ Α.Ε’’, η οποία θα μεριμνήσει για την έκδοση κοινής υπουργικής απόφασης (ΚΥΑ) των υπουργών ΠΕΧΩΔΕ και Δικαιοσύνης, που θα ισοδυναμεί με πολεοδομική άδεια. Η δημοπράτηση και επίβλεψη του έργου θα γίνει από τον ΟΛΘ, όπως και η χρηματοδότηση της κατασκευής, μέσω δανείου.

Πάντως, οι δικαστικοί λειτουργοί επισημαίνουν ότι η μεταφορά του Ειρηνοδικείου και Πταισματοδικείου δεν θα αποσυμφορήσει τις Υπηρεσίες στο υπάρχον Δικαστικό Μέγαρο και αντιπροτείνουν μεταφορά του Εφετείου και της Εισαγγελίας Εφετών.

            Σύμφωνα με το ΤΕΕ/ΤΚΜ, από τα παραπάνω προκύπτει ότι η χωροθέτηση των βασικών λειτουργιών της πόλης γίνεται αποσπασματικά, χωρίς ενιαίο σχέδιο πολεοδομικών ρυθμίσεων, χωρίς σαφές κτιριολογικό πρόγραμμα και χωρίς αρχιτεκτονικό σχεδιασμό. Η αρχιτεκτονική διαδικασία και η συνεπαγόμενη φυσιογνωμία του κτιρίου, για ένα κτίριο δημοσίου συμφέροντος θεωρείται πάρεργο, ενώ όλο το πλέγμα των ρυθμίσεων είναι πρωτόγνωρες και ελέγχονται τουλάχιστον ως προς την τήρηση των πολεοδομικών όρων κι προϋποθέσεων.

            Τα κτίρια δημόσιου συμφέροντος δεν είναι δυνατόν να θεωρούνται ‘’τυχαία κατασκευάσματα’’ χωρίς αρχιτεκτονική υπόσταση και χωρίς, ουσιαστικά, κτιριολογικό πρόγραμμα, που να απαντά στα συσσωρευμένα προβλήματα της Δικαιοσύνης.

            Βιαστικά συμπιέζονται πρόχειρες λύσεις που πρέπει να απορριφθούν αμέσως: να απορριφθούν τόσο για την προχειρότητα των προσεγγίσεων, όσο και για τη διαδικασία της εκπόνησης των αρχιτεκτονικών μελετών.

Αλλά και σε τεχνικό επίπεδο, είναι αδιανόητο να είναι ο ΟΛΘ επιβλέπων Φορέας σε ’’μελέτη της Θέμιδος’’, καθώς κτίρια σύνθετων αρχιτεκτονικών κι τεχνικών απαιτήσεων προϋποθέτουν ανάλογο Φορέα επίβλεψης. Μόνο άγνοια κινδύνου δικαιολογεί τέτοιες επιλογές.

            Με βάση τα παραπάνω, είναι ολοφάνερο πως απαιτείται αντικατάσταση της πολιτικής των κατασκευών με αυτήν της ποιότητας του σύγχρονου αρχιτεκτονικού έργου και της οικοδόμησης κτιρίων σύγχρονης αρχιτεκτονικής που να λειτουργούν ως μοχλοί ανάπτυξης.

Το ΤΕΕ/ΤΚΜ καλεί την Πολιτεία και ειδικότερα το Υπουργείο Δικαιοδύνης να ενστερνιστούν τις απόψεις αυτές και να συνεργαστούν με το Τεχνικό Επιμελητήριο και τους αρμόδιους φορείς της πόλης, ώστε να εξευρεθούν λύσεις που να ανταποκρίνονται στις υπαρκτές ανάγκες αλλά ταυτόχρονα σε θεμελιώδεις κανόνες σχεδιασμού –πολεοδομικού κι αρχιτεκτονικού._