Ανακοίνωση · Δελτίο Τύπου

για το θέμα διαχείρισης στερεών αποβλήτων και ΧΥΤΑ

Το Τμήμα Κεντρικής Μακεδονίας του Τεχνικού Επιμελητηρίου Ελλάδος την τελευταία 5ετία έχει αναλάβει σημαντικές πρωτοβουλίες για τη διαχείριση στερεών αποβλήτων. Κρίνεται απαραίτητο να επανέλθουμε στο θέμα λόγω των σημαντικών καθυστερήσεων στο έργο του ΧΥΤΑ ΒΔ Θεσ/νίκης και της επικείμενης συζήτησής του στο Συμβούλιο της Επικράτειας αλλά και γιατί ο Νομός Θεσσαλονίκης παραμένει ο μεγαλύτερος Ελληνικός Νομός που δεν διαθέτει αδειοδοτημένο και κατασκευασμένο χώρο διάθεσης στερεών αποβλήτων, ούτε βέβαια μονάδες ανακύκλωσης και επεξεργασίας αυτών.

Για το Τεχνικό Επιμελητήριο είναι απαραίτητη η άμεση προσέγγιση στην ολοκληρωμένη διαχείριση στερεών αποβλήτων. Για το λόγο αυτό υποστήριξε την εκπόνηση του Νομαρχιακού Σχεδιασμού και το 2002 ανέλαβε πρωτοβουλία σύστασης Ομάδας Εργασίας που κατέληξε με ημερίδα (Μάϊος 2003) και θέσεις για τα αναγκαία έργα στερεών αποβλήτων στην Περιφέρεια Κεντρικής Μακεδονίας και ιδιαίτερα στο Νομό Θεσσαλονίκης. Παρά τις ολοκληρωμένες προτάσεις που καταθέσαμε, σε επίπεδο έργων και σε επίπεδο προϋπολογισμού, κανένα βήμα δεν έχει γίνει στην κατεύθυνση αυτή.

Το έργο του ΧΥΤΑ Βορειοδυτικού Νομού Θεσσαλονίκης, παράλληλα με τα έργα ανακύκλωσης, αποτέλεσαν τις άμεσες προτεραιότητες του Νομαρχιακού Σχεδιασμού από το 2000. Όλες οι απαραίτητες μελέτες και οι αδειοδοτήσεις του έργου ολοκληρώθηκαν από το καλοκαίρι του 2002 ενώ υπάρχει εγκεκριμένη χρηματοδότηση 35.000.000,00 € από το Ταμείο Συνοχής της Ε.Ε. εδώ και 22 μήνες.

Το έργο κατέχει βαρύνουσα θέση στην πυραμίδα διαχείρισης στερεών αποβλήτων στο Νομό. Επισημαίνουμε ότι η κατασκευή και λειτουργία του πρώτου ΧΥΤΑ στο Νομό Θεσσαλονίκης θα συντελέσει στη διακοπή λειτουργίας και στη αποκατάσταση άνω των 80 χωματερών στο νομό αλλά και του Χώρου Ταφής Απορριμμάτων στους Ταγαράδες όπου διατίθενται πάνω από 20 χρόνια όλα τα απορρίμματα του Πολεοδομικού Συγκροτήματος Θεσσαλονίκης και των περισσοτέρων βιομηχανικών μονάδων του Νομού. Με την εξασφάλιση των περιβαλλοντικών συνθηκών διάθεσης, τον έλεγχο παραλαβής και την τιμολόγηση που θα εφαρμοστεί, θα ορθολογικοποιηθεί όλο το σύστημα διαχείρισης στερεών αποβλήτων με θετική συμβολή στην κατάσταση του περιβάλλοντος.

Η οποιαδήποτε περαιτέρω καθυστέρηση του έργου είναι επιζήμια και υπονομεύει τις περιβαλλοντικές συνθήκες με πολλαπλασιαστικές αρνητικές συνέπειες για τους κατοίκους, την τοπική οικονομία, την ανάπτυξη και το περιβαλλοντικό απόθεμα του Νομού.

Ο χώρος υγειονομικής ταφής απορριμμάτων (ΧΥΤΑ) αποτελεί το πρώτο σημαντικό και απαραίτητο βήμα για τη διαχείριση των στερεών αποβλήτων. Ταυτόχρονα με την έναρξη κατασκευής του, απαιτείται η επιτάχυνση των έργων ανακύκλωσης και επεξεργασίας στερεών αποβλήτων, τα οποία, σε συνδυασμό με τα έργα ειδικών (πχ αδρανών) και επικινδύνων στερεών αποβλήτων, θα συμβάλλουν στην προσέγγιση της ολοκληρωμένης διαχείρισης.

Για την προσέγγιση αυτού του στόχου απαιτείται η εγρήγορση και η κινητοποίηση των συναρμόδιων φορέων για:

· την ολοκλήρωση και θεσμοθέτηση Περιφερειακού Σχεδιασμού Διαχείρισης στερεών αποβλήτων που άμεσα και ουσιαστικά πρέπει να αναλάβει η Περιφέρεια Κεντρικής Μακεδονίας,

· την εξασφάλιση πόρων για τα απαιτούμενα έργα των μη επικινδύνων στερεών αποβλήτων με συνεργασία του ΥΠΕΧΩΔΕ, του ΥΜΑΘ, της ΠΚΜ, της ΝΑΘ και της Τοπικής Αυτοδιοίκησης του Νομού, και για

· την οργάνωση πλαισίου διαχείρισης επικινδύνων αποβλήτων με τις απαραίτητες εγκαταστάσεις σε πανελλαδικό επίπεδο, κύρια με πρωτοβουλία του ΥΠΕΧΩΔΕ.

Το ΤΕΕ/ΤΚΜ έχει αποδείξει ότι μπορεί να συμβάλλει εποικοδομητικά στην κατεύθυνση της επίλυσης των σημαντικών προβλημάτων του Νομού στο θέμα και γενικότερα στα ζητήματα περιβάλλοντος. Ως Τεχνικός Σύμβουλος της πολιτείας είναι στη διάθεση όλων των φορέων στην κατεύθυνση αυτή και αναλαμβάνει την υποστήριξη των δράσεων αλλά και την ανάδειξη των ευθυνών σε περίπτωση καθυστερήσεων των έργων και απώλειας χρηματοδοτήσεων για την Περιφέρεια Κεντρικής Μακεδονίας.

Η κυβέρνηση και οι τοπικοί φορείς απαιτείται να αναλάβουν άμεσα σημαντικές πρωτοβουλίες για την επίλυση του φλέγοντος ζητήματος βελτιώνοντας την αξιοπιστία των φορέων περιβάλλοντος αλλά και την ενημέρωση της κοινωνίας για το θέμα.

Ιδιαίτερα η αυτοδιοίκηση και οι φορείς των περιοχών που προβλέπεται να υποδεχθούν τα έργα, πρέπει να υπερβούν κοντόφθαλμες και αρνητικές πολιτικές στάσεις και να συμβάλλουν στη διεκδίκηση αποτελεσματικών λύσεων, εξασφαλίζοντας τη συμμετοχή τους στον έλεγχο και στην επίβλεψη των αναγκαίων έργων, βελτιώνοντας -κατά το δυνατόν- την περιβαλλοντική τους απόδοση.