4.1. ΚΟΝΙΑΜΑΤΑ ΣΥΓΚΟΛΛΗΣΗΣ ΠΛΑΚΩΝ ΚΑΙ ΠΛΑΚΙΔΙΩΝ - ΓΕΝΙΚΑ

 

 

1.           Ορισμοί

2.           Κανονιστικές παραπομπές

3.           Πρώτες ύλες – διαδικασίες παραγωγής

4.           Ποιοτικά χαρακτηριστικά

4.1   Τιμές που πρέπει να δηλώνονται από τον παραγωγό

5.           Τεχνικές εφαρμογής

6.           Έλεγχος ποιότητας

7.           Προβλήματα – Μεθοδολογία αντιμετώπισης

8.           Σήμανση – Τυποποίηση – Εμπορικά στοιχεία

 

 

1.     Ορισμοί

Ως κονιάματα συγκόλλησης θεωρούνται τα ξηρά μίγματα που περιέχουν βασικά τσιμέντο που είναι και η βασική τους συνδετική ύλη. Συνήθως χαρακτηρίζονται και ως τσιμεντοειδείς κόλλες (C). Μετά την ανάμιξή τους με το νερό απλώνονται σε λεπτή στρώση πάνω στο υπόστρωμα με τη βοήθεια οδοντωτής σπάτουλας.  Στη συνέχεια επικολλούνται τα πλακίδια (ή οι πλάκες) που μπορεί να είναι κεραμικά (ΕΛΟΤ ΕΝ 87) ή από φυσικούς λίθους (μάρμαρο, γρανίτη, κλπ) διαφόρων διαστάσεων.

 

Οι τσιμεντοειδείς κόλλες χρησιμοποιούνται συνήθως σε πάχος 0,5-1cm και αυτό εξαρτάται κυρίως από την επιπεδότητα του υποστρώματος και τις διαστάσεις των πλακιδίων. Για πλάκες φυσικών λίθων πάχους 2-3cm συνιστάται η χρήση  σε στρώμα μεγαλύτερου πάχους (περίπου 2cm).  Σε αυτές τις περιπτώσεις το υλικό συγκόλλησης πρέπει να περιέχει αδρανή μεγαλύτερης κοκκομετρίας (έως και 4mm).

 

Ενδεικτικά αναφέρουμε και τους εξής άλλους τύπους κόλλας πλακιδίων :

 

Κόλλες με ρητίνες διασποράς (D)

 

Αποτελούνται από μίγμα οργανικών ρητινών σε διασπορά σε υδατική φάση και έχουν παστώδη μορφή. Μπορεί επίσης να περιέχουν και άλλα οργανικά και ανόργανα πρόσθετα.

 

Κόλλες με ρητίνες αντιδράσεως (R)

 

Τα υλικά αυτά είναι συνήθως σε μορφή πάστας και αποτελούνται από δύο  συστατικά. Το πρώτο συστατικό είναι η ρητίνη και το δεύτερο ο σκληρυντής. Ανάλογα με τον τύπο της ρητίνης του πρώτου συστατικού, χωρίζονται σε εποξειδικές και πολυεστερικές κόλλες.

 

Οι κατηγορίες D και R δεν θα αναπτυχθούν στο συγκεκριμένο οδηγό διότι δεν εντάσσονται στην κατηγορία των κονιαμάτων αφού είναι σε μορφή πάστας και περιέχουν κυρίως οργανικές ρητίνες. Για ειδικές πληροφορίες που αφορούν τα παραπάνω υλικά οι ενδιαφερόμενοι μπορούν να ανατρέξουν στο Πρότυπο ΕΛΟΤ ΕΝ12004.

 

Τα κονιάματα συγκόλλησης χωρίζονται στις παρακάτω βασικές κατηγορίες ανάλογα με τα χαρακτηριστικά τους σε :

 

  1. Απλές κόλλες πλακιδίων ή κόλλες κανονικής πήξης

  2. Κόλλες ταχείας πήξης

  3. Κόλλες με ειδικά χαρακτηριστικά (μειωμένη ολίσθηση)

  4. Κόλλες με πρόσθετα χαρακτηριστικά

  5. Κόλλες με αυξημένο ανοιχτό χρόνο

 

2. Κανονιστικές παραπομπές

 

ΕΛΟΤ EN 12004:2003

Συγκολλητικά για πλακίδια και πλάκες - Ορισμοί και προδιαγραφές

ΕΛΟΤ ΕΝ 87:1992

Κεραμικά πλακίδια και πλάκες δαπέδων και τοίχου - Ορισμοί, κατάταξη, χαρακτηριστικά και σήμανση

ΕΛΟΤ EN 1308:1998

Κόλλες για πλακίδια και πλάκες - Προσδιορισμός της ολίσθησης

ΕΛΟΤ EN 1324:1999

Συγκολλητικές ύλες για πλακίδια - Προσδιορισμός αντοχής σε διάτμηση της συγκόλλησης διασπαρμένων συγκολλητικών υλών

ΕΛΟΤ EN 1346:1999

Κόλλες για πλακίδια και πλάκες - Προσδιορισμός διαθέσιμου χρόνου

ΕΛΟΤ EN 1347:1999

Κόλλες για πλακίδια και πλάκες - Προσδιορισμός διαβρεκτικότητας

ΕΛΟΤ EN 1348:2000

Κόλλες για πλακίδια - Προσδιορισμός της αντοχής της συγκόλλησης σε εφελκυσμό για κόλλες με τσιμέντο

ΕΛΟΤ EN 12002:2003

Συγκολλητικά για πλακίδια και πλάκες - Προσδιορισμός της εγκάρσιας παραμόρφωσης τσιμεντοειδών συγκολλητικών και ρευστοκονιαμάτων

ΕΛΟΤ EN 12003:1997

Κόλλες για πλακίδια και πλάκες - Προσδιορισμός της αντοχής σε διάτμηση συγκολλήσεων δια αντιδράσεως ρητινών

ΕΛΟΤ EN 12808 – 1:1999

Συγκολλητικά και ρευστοκονιάματα για πλακίδια - Μέρος 1: Προσδιορισμός της χημικής αντοχής κονιαμάτων με βάση ρητίνες αντιδράσεως

ΕΛΟΤ EN ISO 9001:2000

Συστήματα διαχείρισης της ποιότητας – Απαιτήσεις

        

             

3. Πρώτες ύλες – διαδικασίες παραγωγής

Οι τσιμεντοειδείς κόλλες πλακιδίων (C) κεραμικών και φυσικών λίθων είναι μίγματα αδρανών επιλεγμένης κοκκομετρίας, τσιμέντων Πόρτλαντ (ή Αλουμινούχων) και διάφορων οργανικών και ανόργανων υλών που έχουν ως σκοπό την βελτίωση των επιμέρους ιδιοτήτων των υλικών. Το επιθυμητά αδρανή υλικά στις κόλλες πλακιδίων είναι η χαλαζιακή άμμος και τα αδρανή από λευκό μάρμαρο.

 

Τα παραπάνω αδρανή από τη φύση τους είναι πολύ σκληρά και πολύ καθαρά από παντός είδους οξείδια και ξένες ύλες που θα μπορούσαν είτε να επηρεάσουν τις συγκολλητικές ιδιότητες των προϊόντων ή να λεκιάσουν τα ευαίσθητα πλακίδια όπως τα πλακίδια μαρμάρου. Επίσης είναι πολύ βασικό να μην περιέχουν υδατοδιαλυτά άλατα (NaCl, MgSO4, κ.λ.π.) διότι αυτά είναι σίγουρο ότι θα δημιουργήσουν λεκέδες στην επιφάνεια των πλακιδίων.

 

Οι αυξημένες μηχανικές αντοχές και η απόχρωση είναι οι κύριοι λόγοι που προσδιορίζουν κατά κανόνα τη χρήση του λευκού τσιμέντου στις κόλλες πλακιδίων φυσικών λίθων ανοιχτού χρώματος. Οι δύο αυτές βασικές πρώτες ύλες αποτελούν το 90-95% του κονιάματος, η σύνθεση του οποίου συμπληρώνεται με την προσθήκη κάποιων εξειδικευμένων πρώτων υλών σε σκόνη (μεθυλοκυτταρίνη, ρευστοποιητές και ρητινών κυρίως Polyvynilcetates). Οι ύλες αυτές ενισχύουν το κονίαμα βελτιώνοντας τις ιδιότητές του στην πρόσφυση με το υπόστρωμα, στον έλεγχο του χρόνου εξάτμισης του νερού, στον περιορισμό της ολίσθησης του πλακιδίου μετά την τοποθέτηση, στην εξασφάλιση κάποιας ελαστικότητας και στην αντοχή σε θερμοκρασιακές μεταβολές.

 

Ο παραγωγός θα πρέπει να διευκρινίζει τον τόπο και τη διαδικασία παραγωγής. Η παραγωγή και η συσκευασία της κόλλας πλακιδίων θα πρέπει αποδεδειγμένα να γίνεται υπό αυστηρό έλεγχο και με διαδικασίες που να αποτρέπουν οποιαδήποτε ποιοτική απόκλιση και να διασφαλίζεται η επιθυμητή ποιότητα βάσει του Ευρωπαϊκού Προτύπου.

 

4. Ποιοτικά χαρακτηριστικά

Τα ποιοτικές απαιτήσεις του ευρωπαϊκού προτύπου ΕΛΟΤ ΕΝ 12004 για τις τσιμεντοειδείς κόλλες πλακιδίων αφορούν κυρίως τις παρακάτω ιδιότητες που ελέγχονται εργαστηριακά σύμφωνα με τα Ευρωπαϊκά πρότυπα :

 

-        Εφελκυστική δύναμη αποκόλλησης (ΕΛΟΤ ΕΝ 1348)

Είναι το βασικό χαρακτηριστικό της κόλλας αφού με αυτή τη μέθοδο ελέγχεται η δύναμη συγκόλλησης του πλακιδίου με το υπόστρωμα. Αυτή μετράται στις 28 ημέρες μέσα και έξω από το νερό καθώς επίσης και κατόπιν κύκλων ψύξης – απόψυξης.

-        Ολίσθηση (ΕΛΟΤ ΕΝ 1308)

Είναι η τάση που έχουν τα πλακίδια να κινούνται προς τα κάτω αφού κολληθούν σε κάθετο τοίχο με νωπή κόλλα πλακιδίων.

-        Ανοιχτός Χρόνος (ΕΛΟΤ ΕΝ 1346)

Είναι ο χρόνος που μπορεί η νωπή κόλλα να μείνει απλωμένη στο υπόστρωμα χωρίς να χάσει τις συγκολλητικές της ιδιότητες.

 

4.1 Τιμές που πρέπει να δηλώνονται από τον παραγωγό

Ο εκάστοτε παραγωγός κόλλας πλακιδίων θα πρέπει να δηλώνει σαφέστατα τον τύπο της κόλλας επάνω στη συσκευασία της με βάση το  Πρότυπο ΕΛΟΤ ΕΝ 12004. Επίσης θα πρέπει να δηλώνει όλες τις τιμές που υπάρχει περιορισμός. Καλό θα ήταν επίσης να γίνεται και συγκριτική αναφορά με τις απαιτήσεις του προτύπου.

 

5. Τεχνικές εφαρμογής

Η παρασκευή κόλλας (ή λάσπης) για τη συγκόλληση κεραμικών πλακιδίων ή πλακιδίων και πλακών μαρμάρου δεν συνιστάται να γίνεται στην οικοδομή με απλή ανάμιξη των πρώτων υλών διότι είναι σχεδόν αδύνατο να διασφαλιστούν οι τόσο οι απαιτήσεις σύνθεσης όσο και οι ποιοτικές απαιτήσεις του προτύπου. Σε αντίθετη περίπτωση θα πρέπει να γίνεται συνεχής ποιοτικός έλεγχος σε αναγνωρισμένο και διαπιστευμένο εργαστήριο έτσι ώστε να ελέγχονται όλες οι παράμετροι που θα διασφαλίσουν την απαιτούμενη ποιότητα.

Η εφαρμογή όλων των τύπων της κόλλας πλακιδίων πρέπει να γίνεται με οδοντωτή σπάτουλα επάνω στην επιφάνεια του δαπέδου ή του τοίχου. Με αυτό τον τρόπο η κόλλα κατανέμεται ισόπαχα σε όλη την επιφάνεια τόσο του δαπέδου όσο και των πλακιδίων που είναι να κολληθούν. Σε ειδικές περιπτώσεις μόνο η κόλλα μπορεί να απλωθεί και στην επιφάνεια του πλακιδίου λαμβάνοντας ειδική μέριμνα για την ισόπαχη κατανομή της κόλλας.

Οι διαστάσεις της οδοντωτής σπάτουλας αλλάζουν ανάλογα το επιθυμητό πάχος που θέλουμε να εφαρμόσουμε την κόλλα και τις διαστάσεις των πλακιδίων.

 

Σε εφαρμογές πλακών μαρμάρου και λοιπών φυσικών λίθων συνηθίζεται η απλή διάστρωση του κονιάματος συγκόλλησης στο υπόστρωμα. Λόγω της μεγάλης ποικιλίας των φυσικών πετρωμάτων συνιστάται στα νέα υλικά να γίνεται δοκιμή συγκόλλησης σε εξειδικευμένο εργαστήριο.

Η επιφάνειες συγκόλλησης του υποστρώματος και των πλακιδίων πρέπει να είναι απολύτως καθαρές και να μην είναι σκονισμένες. Η συγκόλληση των πλακιδίων θα πρέπει να γίνεται οπωσδήποτε πριν δημιουργηθεί η χαρακτηριστική κρούστα στην επιφάνεια της νωπής κόλλας που εμποδίζει τη σωστή συγκόλληση των πλακιδίων. Επίσης στις περιπτώσεις που χρησιμοποιούνται μεγαλύτερα πάχη θα πρέπει να δοθεί ιδιαίτερη προσοχή στο να αποφευχθεί η συρρίκνωση του κονιάματος (απότομη ξήρανση, υπερβολική ποσότητα νερού, κ.λ.π.) που μπορεί να δημιουργήσει αποκολλήσεις.

Σε περίπτωση υψηλών θερμοκρασιών θα πρέπει να προηγείται ελαφρά διαβροχή του υποστρώματος και να αποφεύγεται η απευθείας έκθεση στον ήλιο τις  10 πρώτες ώρες μετά την εφαρμογή. Επίσης δεν θα πρέπει να χρησιμοποιείται η κόλλα σε περιπτώσεις παγετού και για θερμοκρασίες κάτω των 5οC. Μετά την επικόλληση τα πλακίδια θα πρέπει να προστατεύονται από την κυκλοφορία ωσότου η κόλλα αποκτήσει την αντοχή της.

 

6. Έλεγχος ποιότητας

Για τη διασφάλιση της ποιότητας της κόλλας πλακιδίων είναι επιθυμητή η εφαρμογή συστήματος διασφάλισης ποιότητας ISO 9001. Στο εγχειρίδιο διασφάλισης ποιότητας θα περιγράφονται όλες οι διαδικασίες παραγωγής και ποιοτικού ελέγχου που ακολουθούνται μέχρι τη διάθεση του προϊόντος στην αγορά.

 

Ο ποιοτικός έλεγχος πρέπει να γίνεται από τον παραγωγό σε όλα τα σημεία της παραγωγής έτσι ώστε να διασφαλίζεται η τελική ποιότητα του προϊόντος. Βάση των διαδικασιών, των ποιοτικών απαιτήσεων και των μεθόδων ελέγχου είναι τα ισχύοντα πρότυπα που δίνονται στην παράγραφο 2 και τα συστήματα διασφάλισης ποιότητας ISO 9001.

 

Ο κάθε παραγωγός θα πρέπει να διαθέτει εξοπλισμένο εργαστήριο όπου θα μπορεί να κάνει όλους τους ελέγχους των Ευρωπαϊκών Προτύπων.

 

7. Προβλήματα – Μεθοδολογία αντιμετώπισης

Στην περίπτωση των τυποποιημένων προϊόντων που παράγονται σύμφωνα με όσα περιγράφονται παραπάνω τα προβλήματα που μπορεί να εμφανιστούν οφείλονται σχεδόν αποκλειστικά σε προβλήματα κακής εφαρμογής. Αντίθετα στις περιπτώσεις που το κονίαμα συγκόλλησης γίνεται στην οικοδομή (τοποθετήσεις πλακών μαρμάρου και λοιπών φυσικών λίθων) τότε μπορεί να προκύψουν και προβλήματα που οφείλονται στη σύνθεση του κονιάματος.

 

Οι πιο συχνές αιτίες προβλημάτων είναι οι παρακάτω :

-        Χρήση της κόλλας αφού έχει αρχίσει να πήζει με ή χωρίς προσθήκη επιπλέον νερού

-        Επικόλληση του πλακιδίου αφού έχει δημιουργηθεί κρούστα στην επιφάνεια της κόλλα

-        Εργασία σε ακραίες καιρικές συνθήκες (πολύ κρύο ή πολύ ζέστη)

-        Ελλιπής καθαριότητα του υποστρώματος ή του πλακιδίου

-        Μη τήρηση των οδηγιών παρασκευής της κόλλας όπως αυτές αναγράφονται στη συσκευασία

-        Χρήση της κόλλας πέραν της ημερομηνίας λήξης της ή όταν έχει εμφανώς προσβληθεί από την υγρασία

 

8. Σήμανση – Τυποποίηση – Εμπορικά στοιχεία

Όλες οι κόλλες πλακιδίων θα πρέπει να αναγράφουν στη συσκευασία τους τα παρακάτω στοιχεία :

 

-        Ονομασία προϊόντος

-        Ονομασία παραγωγού, χώρα και τόπος παραγωγής

-        Τύπος προϊόντος

-        Ημερομηνία παραγωγής, ημερομηνία ανάλωσης, τρόπος αποθήκευσης

-        Ακολουθούμενα πρότυπα

-        Οδηγίες χρήσης (αναλογίες ανάμιξης, χρόνος ωρίμανσης, τρόπος εφαρμογής, χρόνος ζωής της νωπής κόλλας, ανοιχτός χρόνος, χρόνος που χρειάζεται για να γίνει η αρμολόγηση και να δοθεί στην κυκλοφορία η πλακοστρωμένη επιφάνεια κ.λ.π.)

-        Προφυλάξεις υγιεινής και ασφάλειας

 

Ο χαρακτηρισμός βάσει του προτύπου δεν μπορεί να χρησιμοποιηθεί ως εμπορική ονομασία διότι μπορεί να προκαλέσει σύγχυση  στον καταναλωτή. Επάνω στη συσκευασία θα πρέπει ο χαρακτηρισμός της κόλλας να γίνεται με βάση τις συντμήσεις που δίνονται παρακάτω.

 

            C        Τσιμεντοειδής Κόλλα Πλακιδίων

            1                 Κοινή Κόλλα Πλακιδίων

            2                 Βελτιωμένη Κόλλα Πλακιδίων

            F        Κόλλα ταχείας πήξης

            Τ        Κόλλα μειωμένης ολίσθησης

            Ε        Κόλλα παρατεταμένου ανοιχτού χρόνου (χρησιμοποιείται μόνο για τις βελτιωμένες κόλλες τύπου 2)

 

Με βάση τα παραπάνω οι ισχύουσες κατηγορίες κόλλας είναι οι παρακάτω (Πίνακας IV.1).

 

Πίνακας IV.1 : Κωδικοί σήμανσης των διαφόρων τύπων κόλλας πλακιδίων

 

Τύπος

Κλάση

Περιγραφή

C

1

Κοινή Τσιμεντοειδής Κόλλα

C

1F

Κοινή Τσιμεντοειδής Κόλλα Ταχείας Πήξης

C

1T

Κοινή Τσιμεντοειδής Κόλλα με μειωμένη ολίσθηση

C

1FT

Κοινή Τσιμεντοειδής Κόλλα Ταχείας Πήξης με μειωμένη ολίσθηση

C

2

Βελτιωμένη Τσιμεντοειδής Κόλλα με επιπρόσθετα χαρακτηριστικά

C

2E

Τσιμεντοειδής Κόλλα με παρατεταμένο ανοιχτό χρόνο

C

2F

Βελτιωμένη Τσιμεντοειδής Κόλλα ταχείας πήξης και με επιπρόσθετα χαρακτηριστικά

C

2T

Βελτιωμένη Τσιμεντοειδής Κόλλα με μειωμένη ολίσθηση και με επιπρόσθετα χαρακτηριστικά

C

2TE

Τσιμεντοειδής Κόλλα με παρατεταμένο ανοιχτό χρόνο, με μειωμένη ολίσθηση και με επιπρόσθετα χαρακτηριστικά

C

2FT

Βελτιωμένη Τσιμεντοειδής Κόλλα ταχείας πήξης, με μειωμένη ολίσθηση και με επιπρόσθετα χαρακτηριστικά